Οι λογαριασμοί μας με την ιστορία 200 χρόνια από το 21.

Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΚΟΥΦΑΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

του Χρ. Ντάλα

 

Ο Νικ. Σκουφάς από το Κομπότι Άρτας, από τους πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρείας, θεωρείται η πιο ενθουσιώδης και παρορμητική μορφή της. Κατά τον Φιλήμονα ήταν «ο απλούς αλλά με πολλή ευαισθησία και πατριωτισμό Σκουφάς». Τον έχουμε τιμήσει, και σωστά, με το όνομα Δήμου, με ονόματα συλλόγων του πολιτισμού και του αθλητισμού, με τον κεντρικό και πιο γνωστό δρόμο της πόλης.

Ο ΑΝΔΡΙΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΚΟΥΦΑ

Ο ανδριάντας του Νικολάου Σκουφά, έργο του Βασ. Φαληρέα, στο Κομπότι της Άρτας (φωτο: Παναγιώτης Αγγελόπουλος)

Η Φιλική Εταιρεία, η πιο σπουδαία από τις μυστικές οργανώσεις των αρχών του 19ου αιώνα, είναι αυτή που άναψε την σπίθα της Επανάστασης. Με ένα βαρύ «βιογραφικό» γεμάτο οράματα, επιτυχίες, απογοητεύσεις αλλά και μελανά σημεία.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΚΟΥΦΑΣ

Νικόλαος Σκουφάς

 

ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Η Φιλική Εταιρεία ήταν η σημαντικότερη από τις μυστικές οργανώσεις που σχηματίστηκαν για την προετοιμασία της Επανάστασης του 1821, για την απελευθέρωση των Ελλήνων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Ρωσσίας, και σύμφωνα με τους παλαιότερούς ιστορικούς, από τον Εμμανουήλ Ξάνθο, του Νικόλαο Σκουφά και του Αθανάσιο Τσακάλωφ. Τέταρτο μέλος της, μυήθηκε ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη. Τρίτο ή πέμπτο μέλος της Εταιρείας πιθανό να ήταν ο Νικόλαος Γαλάτης . Επίσης από τα πρώτα μέλη που μυήθηκαν ήταν και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος (και μάλιστα κατά ορισμένες πηγές υπήρξε συνιδρυτής, πριν τον Ξάνθο που μυήθηκε αργότερα). Η Μικρασιάτισσα Κυριακή Ναύτη από τη Σμύρνη ήταν η πρώτη γυναίκα μέλος. Οι Φιλικοί, αφού μυούνταν στην Εταιρεία, έδιναν όρκο πίστης και επικοινωνούσαν με κώδικες, ψευδώνυμα και συνθηματικές λέξεις. Αυτή η μυστικότητα εξηγεί εν μέρει τα λίγα και ασαφή τεκμήρια που διαθέτουμε για την Εταιρεία.

Ο ΟΡΚΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΙΚΩΝ

Ο όρκος των Φιλικών, έργο του Διονυσίου Τσόκου (1849)

 

Ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας

Στα πλαίσια του διακαούς πόθου για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και με σαφή την επίδραση των μυστικών εταιρειών της Ευρώπης, συναντιούνται το 1814 στην Οδησσό τρεις ‘Ελληνες και αποφασίζουν τη σύσταση μιας αυστηρά συνωμοτικής οργάνωσης, η οποία θα προετοίμαζε τον ξεσηκωμό όλων των Ελλήνων. Συμβολικά είχε οριστεί η 14η Σεπτεμβρίου, επέτειος της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, ως ημέρα ίδρυσής της. Πρόκειται για τον Νικόλαο Σκουφά, 35  χρόνων, από το Κομπότι της Άρτας, τον Εμμανουήλ Ξάνθο, 42 χρόνων, από την Πάτμο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, 26 χρόνων, από τα Γιάννενα. Και οι τρεις έχουν ήδη γίνει κοινωνοί των επαναστατικών ιδεών και του εταιρισμού. Ο Σκουφάς είχε ιδιαίτερες επαφές με του Κωνσταντίνο Ράδο, ο οποίος ήταν μυημένος στον Καρμποναρισμό. Ο Ξάνθος είχε μυηθεί σε τεκτονική Στοά της Λευκάδας («Εταιρεία των Ελεύθερων Κτιστών» της Αγίας Μαύρας), ενώ ο Τσακάλωφ είχε υπάρξει ιδρυτικό μέλος μιας Φιλανθρώπου Εταιρείας και γνώριζε την οργάνωση του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΞΑΝΘΟΣ

Εμμανουήλ Ξάνθος

Ανάπτυξη της Φιλικής Εταιρείας

Η πορεία ανάπτυξης της Φιλικής είναι εντυπωσιακή. Το διάστημα 1814 – 1816 τα μέλη της αριθμούν περίπου 20. Ως τα μέσα τον 1817 αναπτύσσεται κυρίως μεταξύ των Ελλήνων της Ρωσίας και της Μολδοβλαχίας, αλλά και πάλι τα μέλη της δεν υπερβαίνουν τα 30. Όμως, από το 1818 σημειώνονται αθρόες μυήσεις. Κατά το 1820 εξαπλώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και τις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Χιλιάδες υπολογίζονται οι μυημένοι, μολονότι είναι γνωστά μόνο 1096 ονόματα. Τους πρώτούς μήνες του 1821 τα μέλη της λέγεται ότι αριθμούν δεκάδες χιλιάδες. Η οργάνωση είχε υπερβεί τα ίδια της τα όρια.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣ

Γρηγόριος Δίκαιος (Παπαφλέσσας)

Στις γραμμές της συσπειρώνονται κυρίως έμποροι και μικροαστοί, αλλά και Φαναριώτες και κοτζαμπάσηδες και κληρικοί, πρόσωπα που θα διαδραματίσουν αγωνιστικό ρόλο (θετικό ή αρνητικό) στον αγώνα για την ανεξαρτησία, όπως οι οπλαρχηγοί Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναγνωσταράς, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), οι Φαναριώτες Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Νέγρης, οι Υδραίοι μεyαλοκαραβοκύρηδες Κουντουριώτηδες, οι μεγαλοκοτζαμπάσηδες Ζαΐμης, Λόντος, Νοταράς, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.ά.

Διάρθρωση της Εταιρείας

Η όλη διάρθρωση της Φιλικής Εταιρείας στηρίχθηκε στα οργανωτικά πρότυπα των Καρμπονάρων και των Ελευθεροτεκτόνων. Η ηγετική της ομάδα αποκαλούνταν «η Αόρατος Αρχή» και περιβλήθηκε από την πρώτη στιγμή με τέτοια μυστική αίγλη, ώστε να πιστεύεται ότι συμμετείχαν σε αυτήν πολλές σημαντικές προσωπικότητες, όχι μόνον Έλληνες μα και ξένοι, όπως ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας. Στην πραγματικότητα, τον πρώτο καιρό ήταν μόνο οι τρεις ιδρυτές της. Κατόπιν, από το 1815 έως το 1818, προστέθηκαν άλλοι πέντε και μετά το θάνατο του Σκουφά προστέθηκαν άλλοι τρεις.

Η ΔΙΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΥΘΟΥ

Η διάβαση του Προύθου από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Έργο του Peter Von Hess

Η όλη δομή ήταν πυραμιδοειδής και στην κορυφή δέσποζε η «Αόρατος Αρχή». Κανείς δε γνώριζε ούτε είχε δικαίωμα να ρωτήσει ποιοι την αποτελούσαν. Οι εντολές της εκτελούνταν ασυζητητί, ενώ τα μέλη δεν είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις . Η Εταιρεία αποκαλούνταν «Ναός» και είχε αρχικά τέσσερις βαθμίδες μύησης: α) οι αδελφοποιητοί ή βλάμηδες, β) οι συστημένοι, γ) οι ιερείς και δ) οι ποιμένες. Όταν το 1818 η εταιρεία μετέφερε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, δημιουργήθηκαν ακόμα δύο βαθμοί ε) οι αφιερωμένοι και στ) οι αρχηγοί των αφιερωμένων, οι οποίοι δίνονταν αποκλειστικά σε στρατιωτικούς. Αργότερα οι βαθμίδες συμπληρώθηκαν από ζ) τους απόστολους και η) το Γενικό Επίτροπο της Αρχής, τίτλος που δόθηκε στον Αλεξ. Υψηλάντη, όταν δέχτηκε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας (1820).

Η πορεία προς την Επανάσταση

Το 1818 η έδρα της Φιλικής μεταφέρθηκε από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή στην καρδιά της Οθωμανικής εξουσίας, κάτι που πιστοποιούσε «την αυτοπεποίθηση των Φιλικών στις συνομωτικές οργανωτικές τους ικανότητες» ενώ ο θάνατος του Σκουφά ήταν σοβαρή απώλεια. Με αφορμή αυτό τα γεγονός και με δεδομένη τη ραγδαία εξάπλωσή της, οι υπόλοιποι από τους ιδρυτές επιχείρησαν να βρουν μια μεγάλη προσωπικότητα να αναλάβει τα ηνία, θέλοντας να της προσδώσουν μεγαλύτερο κύρος και αίγλη. Στις αρχές τον 1818 έγινε μια συνάντηση με τον Ιωάννη Καποδίστρια ο οποίος όχι μόνον αρνήθηκε, αλλά αργότερα έγραψε πως θεωρούσε ότι οι Φιλικοί ήταν υπαίτιοι για του όλεθρο που προμηνυόταν στην Ελλάδα. Τελικά, μετά από αρκετές επαφές, τον Απρίλιο τον 1820 ανέλαβε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Ιωάννης Καποδίστριας

Οι συνθήκες έδειχναν πλέον αρκετά ώριμες για να εκδηλωθεί η εξέγερση και εκπονήθηκε ένα μεγαλόπνοο σχέδιο. Κατά την κρατούσα άποψη, το σχέδιο ήταν αρχικά να ξεσπάσει ταυτόχρονα επανάσταση των Σέρβων και των Μαυροβουνίων, καθώς και στη Μολδοβλαχία. Παράλληλα να κάψουν τον τουρκικό στόλο στην Κωνσταντινούπολη, ενώ να ηγηθεί ο Υψηλάντης της επανάστασης στην Πελοπόννησο.

Για ανεξιχνίαστους λόγους και αφού κάποια από τα σχέδια της Εταιρείας είχαν ήδη προδοθεί ή διαρρεύσει, η επανάσταση κηρύχθηκε το Φεβρουάριο του 1821 στο Ιάσιο, πρωτεύουσα της Μολδαβίας. Στις 24 Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε η περίφημη προκήρυξη του Υψηλάντη, «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ», στην οποία ανταποκρίθηκαν αρκετοί Έλληνες, μεταξύ των οποίων οι νέοι. Όμως η Ρωσία δεν ήλθε ως αναμενόμενος αρωγός, ενώ το Πατριαρχείο, κατόπιν πιέσεων της Πύλης, αφόρισε επισήμως στις 23 Μαρτίου τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και τον Μιχαήλ Σούτσο, μαζί με όλους τους επαναστάτες.

Μπορεί η μάχη του Δραγατσανίου (Ιούνιος 1821) να οδήγησε στη σφαγή των νέων του Ιερού Λόχου στη συντριβή τον κινήματος στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, αλλά απετέλεσε τον ιδανικό αντιπερισπασμό για να κηρυχθεί η Επανάσταση στην Ελλάδα.

Σκοτεινές πτυχές της Εταιρείας

Ο ανταγωνισμός της Φιλικής Εταιρείας με άλλες μυστικές οργανώσεις ιδιαίτερα την «Εταιρεία του Φοινίκος» έφθασε σε άγρια και αιματηρά επίπεδα. Μια γεύση παίρνουμε από το βιβλίο του Γ. Καλπούζου «Άγιοι και δαίμονες εις ταν πόλιν», στο ιστορικό φόντο του οποίου υπάρχει ο προηγούμενος ανταγωνισμός.

Η δολοφονία τον Νικολάου Γαλάτη όπως και του Κυριάκου Καμαρηνού αποτελούν σκοτεινά σημεία στην ιστορία της Φιλικής Εταιρείας. Ο Νικόλαος Γαλάτης, ένα χαρισματικό άτομο, υπήρξε όντως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, η οποία όμως συνέβαλε με την τόλμη και τον ενθουσιασμό της τα μέγιστα στην Εταιρεία (αύξησε θεαματικά όχι μόνον τον αριθμό των μελών της αλλά και τα εισοδήματά της από εισφορές, κάτι καίριας σημασίας για τον διοργανούμενο επαναστατικό αγώνα). Εντούτοις του καταμαρτυρούσαν σπατάλες – ενδεχομένως και ατασθαλίες με το ταμείο της Εταιρείας – καθώς και αλαζονική συμπεριφορά και φιλαρχία – επεδίωκε δηλαδή να αναλάβει τα ηνία της οργάνωσης. Πιθανόν να ήθελε να παραγκωνίσει ακόμα και τον Καποδίστρια παρουσιαζόμενος στον τσάρο Αλέξανδρο ως άνθρωπός του στην Ελλάδα.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΑΛΩΦ

Αθανάσιος Τσακάλωφ

Τον σκότωσαν δύο μέλη της Εταιρείας με το αιτιολογικό ότι είχε καταστεί επικίνδυνος και, συγκεκριμένα, επικαλέσθηκαν ότι εκβίαζε πως αν δεν του παρέδιδαν την ηγεσία, θα κατέδιδε τους πάντες στον Χαλέτ Εφέντη – σημαντικό παράγοντα του Οθωμανικού κράτους, στην Κωνσταντινούπολη. Μετά από την εκτόξευση της απειλής αυτής, ανέλαβαν την εξόντωσή του ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και ο Μανιάτης Παναγιώτης Δημητρόπουλος ή Δημητρακόπουλος. Τον παρέσυραν στην Ερμιόνη δήθεν για αρχαιολογική εκδρομή και εκεί, ενώ ο Τσακάλωφ παρακολουθούσε από μικρή απόσταση, ο Δημητρόπουλος πυροβόλησε τον Γαλάτη πισώπλατα.

Η δολοφονία τον Γαλάτη από πολλούς ιστορικούς προβλήθηκε ως αναγκαία για την επιβίωση της οργάνωσης, όπως και τον Καμαρηνού, το «έγκλημα» του οποίου ήταν πως έλεγε σε μέλη της Φιλικής και άλλους όσα του είχε πει ο ίδιος α Ιωάννης Καποδίστριας – ότι δηλαδή δεν έπρεπε ακόμα να κηρυχθεί επανάσταση.

Εντούτοις εκφράζεται η άποψη ότι ίσως και οι δύο φόνοι μπορούσαν να είχαν αποτραπεί. Για τον δε Γαλάτη εκφράζεται και η άποψη ότι η ιστορία της προδοσίας κατασκευάσθηκε από άλλους που είχαν υψηλές φιλοδοξίες ώστε να συγκαλυφθούν τα πραγματικά κίνητρα ή ότι κάποιες ασυνέπειές του μεγαλοποιήθηκαν για να αιτιολογηθεί η εκτέλεσή του.

Μετά την επανάσταση

Μετά την έναρξη της Επανάστασης, οι περισσότεροι από τους κορυφαίους φιλικούς όχι μόνο αγνοήθηκαν και παραγκωνίστηκαν αλλά και συκοφαντήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις. Ο Δημήτριος Υψηλάντης, που ήρθε στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 1821 ως «Πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής», αντιμετώπισε την αντίδραση των κοτζαμπάσηδων και πολιτικών ηγετών του Αγώνα και μετά το τέλος της επανάστασης, όσοι από τους πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρείας έμειναν στην Ελλάδα «ανταμείφθηκαν» με θέσεις απλών κρατικών υπαλλήλων και έζησαν «εν πενία και αξιοπρέπεια» κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα που το έργο του «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας (Ναύπλιο 1834) αποτελεί πολυτιμότατη πηγή για την ιστορία της.

Από τους γνωστούς φιλικούς, πέραν του Ν. Σκουφά, του Ν. Γαλάτη και του Κυρ. Καμαρινού, οι οποίοι πέθαναν με τον τρόπο που περιγράψαμε.

Ο Παπαφλέσσας σκοτώθηκε στο χωριό Μανιάκι της Μεσσηνίας όπου με 1500 άνδρες συγκρούσθηκε με τις υπέρτερες αιγυπτιακές δυνάμεις του Ιμπραήμ.

Ο Αθανάσιος Τσακάλωφ πέθανε στη Μόσχα το 1851.

Ο Εμμανουήλ Ξάνθος πέθανε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 1851.

Ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος πέθανε έχοντας προσβληθεί από την επιδημία χολέρας που έπληξε την Αττική κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος

 

Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΚΟΥΦΑΣ

ο Νικόλαοs Σκουφάς, ένας από του τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, είναι εκείνος για τον οποίο γνωρίζουμε τα λιγότερα πράγματα. Όπως συμβαίνει συχνά, ιδιαίτερα ασαφή είναι εκείνα πού έχουν σχέση με τις πρώτεs δεκαετίες της ζωής του. Μάλιστα δεν μας είναι γνωστό ούτε καν το πραγματικό όνομά του.

 

Από την Άρτα στην Οδησσό

Ο Αναστάσιος Γούδας αναφέρει ότι το όνομα του πατέρα του ήταν Κουμπάρος. Για τα παιδικά του χρόνια δεν έχουμε σχεδόν καθόλου πληροφορίες, ενώ για τα μετέπειτα οι βιογράφοι του αναφέρουν ότι διατηρούσε εμπορικό κατάστημα στην πόλη της Άρτας, όπου εργαζόταν ως «σκουφάς», απ’ όπου βέβαια – όπως γινόταν πολύ συχνά στις εποχές αυτές – το επαγγελματικό προσωνύμιο υπερίσχυσε του πατρωνυμικού ονόματος. Είναι πολύ πιθανόν το επάγγελμά του να υποκρύπτει μια περίοδο μαθητείας, σύμφωνα με τη συντεχνιακή παράδοση της εποχής. Ωστόσο, όπως γίνεται κατανοητό, όλα αυτά δεν οδηγούν σε κάποιο ιδιαίτερο επίπεδο εγγραμματοσύνης, πέρα από τα βασικά γράμματα και την πρακτική τριβή με την αγορά τηs Άρτας.

Από την Άρτα θα τον συναντήσουμε, καθώς, κατά τα φαινόμενα, φαίνεται να ακολούθησε το μεταναστευτικό – εμπορικό ρεύμα της εποχής και βέβαια αυτό της ιδιαίτερης πατρίδας του, στην Οδησσό το 1813, χωρίς να είμαστε βέβαιοι για τον χρόνο τηs άφιξήs του. Κάποια φήμη θέλει τον Νικόλαο Σκουφά να είναι θύμα διώξεων του Αλή πασά, πράγμα το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από καμιά έγκυρη πηγή. Η ηπειρωτική καταγωγή του, δεδομένου ότι από τους άλλους δύο συνιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ ήταν Ηπειρώτης, ενώ και ο Εμμανουήλ Ξάνθος υπήρξε οικείος και συνεργάστηκε με πολλούs Ηπειρώτες, υποβάλλει τη σκέψη ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάληψη των πρωτοβουλιών που οδήγησαν στην ίδρυση τηs Εταιρείας. Ο πρόωρος θάνατός του από σοβαρό καρδιακό νόσημα στην Κωνσταντινούπολη στις 31 Ιουλίου 1818, όπως λέγεται, «είχε ως συνέπεια το όνομά του να μην αναμειχθεί στις μετεπαναστατικές διαμάχες για την απαρχή της Εταιρείας και τους ιδρυτές της αλλά και να μην προκύψουν στοιχεία του βίου του, που θα ήταν χρήσιμα σε εμάς, για να κατανοήσουμε καλύτερα την προσωπικότητά του» – όπως θα λέγαμε σήμερα «καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς».

Στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας

Ο Νικόλαος Σκουφάς θα βρεθεί στην Οδησσό το 1813 και εκεί μαζί με τον Εμμανουήλ Ξάνθο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ το καλοκαίρι του 1814 θα ιδρύσουν τη Φιλική Εταιρεία, στη διεύθυνση της οποίας ο Σκουφάς θα λάβει το συνθηματικό ΑΓ. Γρήγορα, όμως, ο Σκουφάς, που ζει από την εργασία του, όπως άλλωστε και ο Ξάνθος, θα αφήσει την Οδησσό για να βρεθεί στη Μόσχα – μαζί με τον Τσακάλωφ – για να ρυθμίσει ορισμένα χρέη του.

Πράγματι, ο Σκουφάς θα ρυθμίσει τα χρέη του, δηλαδή στην πραγματικότητα εφεξής θα παύσει να ασχολείται με το εμπόριο και θα αφοσιωθεί αποκλειστικά στην πραγμάτωση του έργου της Φιλικής Εταιρείας. Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες κάποιες παρατηρήσεις του Ιω. Φιλήμονα, ο οποίος αναφερόμενος στο πρόσωπο του Σκουφά σημειώνει ότι η αποτυχία του στο εμπόριο έγινε αιτία να θεωρείται από ορισμένους κύκλους Ελλήνων της Ρωσίας ως «αγύρτηs», στη γραμμή τηs καχυποψίας για τους σκοπούς ενός προσώπου που απέτυχε επαγγελματικά και ευαγγελίζεται τη συνωμοτική δράση για την επιτυχία εθνικών σκοπών. Όπως και να έχουν τα πράγματα «ο απλούς αλλά με πολλήν ευαισθησίαν και πατριωτισμόν» Σκουφάς – πάλι κατά τον χαρακτηρισμό του Φιλήμονα -, εκεί στη Μόσχα, μαζί με τον άλλο Ηπειρώτη, τον Αθ. Τσακάλωφ, θα ασχοληθούν με την τελειοποίηση του τυπικού της κατήχησης μελών στις τάξεις της Εταιρείας και παράλληλα θα επιχειρήσουν τις πρώτες μυήσεις σ’ αυτήν σημαντικών Ελλήνων.

Σε αναζήτηση αρχηγού

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΕΚΕΡΗΣ

Παναγιώτης Σέκερης

Ο Σκουφάς θα κατηχήσει τον πρώτο Φιλικό, Γεώργιο Σέκερη, νεότερο αδελφό του μεγαλεμπόρου Παναγιώτη Σέκερη, στις 13 Δεκεμβρίου 1814. Στον Γεώργιο Σέκερη εν συνεχεία ο Σκουφάς θα αναθέσει την υπηρεσία να επισκεφθεί στη Βιέννη τον Άνθιμο Γαζή και να προσπαθήσει να ανιχνεύσει τις προθέσεις του, δηλαδή αν ο τελευταίος θα ήταν πρόθυμος να αναλάβει την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Στην περίπτωση που η απάντηση του Γαζή ήταν καταφατική, ο Σέκερης ήταν εντεταλμένος να τον παρακινήσει να μεταβεί στη Μόσχα για να οργανωθεί η όλη επιχείρηση με τον καλύτερο τρόπο. Στην προσπάθεια προσεταιρισμού του Άνθιμου Γαζή διαφαίνεται η σαφής πρόθεση των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας να τεθεί επικεφαλής του συνωμοτικού κινήματος και αργότερα τον Αγώνα μια προσωπικότητα μεγάλου κύρους.

ΑΝΘΙΜΟΣ ΓΑΖΗΣ

Εικόνα του πηλιορείτη κληρικού και λόγιου Άνθιμου Γαζή (1764 – 1828)

 

Έτσι μετά την άρνηση του Γαζή, όπως γνωρίζουμε θα ακολουθήσει η διπλή προσπάθεια προσεταιρισμού και ανάθεσης της αρχηγίας της Εταιρείας στον Ιωάννη Καποδίστρια (πρώτα από τον Νικόλαο Γαλάτη και ύστερα από τον Εμμ. Ξάνθο) και βέβαια η ανάθεση της αρχηγίας τελικά στον Αλέξανδρο Υψηλάντη (1820). Όλα αυτά, βέβαια, υποδηλώνουν με σαφήνεια ότι οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας «φαίνεται να μην έχουν ακόμη αυτοπεποίθηση στις δικές τους δυνάμεις, μια αίσθηση απουσίας αρχηγού διαφαίνεται από τις πρώτες κιόλας κινήσεις τους, η οποία προσδιόρισε και την κατοπινή ζωή της Εταιρείας…».

Στη στρατολόγηση μελών

Εκτός όμως από τον Γεώργιο Σέκερη που κατήχησε ο Σκουφάς, ο ηπειρώτης φιλικός είχε ακόμη μια μεγάλη επιτυχία στον τομέα αυτό αφού κατάφερε να μυήσει στη Φιλική Εταιρεία τον μεγαλέμπορο από τη Φιλιππούπολη Αντώνιο Κομιζόπουλο, ο οποίος ως τέταρτο μέλος εντάχθηκε με τα στοιχεία ΑΕ.

ΜΕΤΑΛΛΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΚΟΥΦΑ

Μετάλλιο του Νικόλαου Σκουφά

Όμως ο ζήλος και ο ενθουσιασμός του Σκουφά εμποδίζονται από τη δυσπιστία που προκαλεί η αποτυχία του στο εμπόριο, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, και γι’ αυτό γρήγορα αναγκάζεται να αφήσει τη Μόσχα και να επιστρέψει στην Οδησσό, όπου τον βρίσκουμε στις αρχές του 1816. Έχει αφήσει όμως πίσω του στη Μόσχα δύο από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας, τον Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον Αντώνιο Κομιζόπουλο, μέλη τα οποία είχαν σημαντική επιρροή στους κύκλους των Ελλήνων της Μόσχας.

Ο Νικόλαος Σκουφάς στην Οδησσό θα συνεχίσει το έργο της στρατολόγησης νέων μελών στις τάξεις της Εταιρείας, χωρίς, βέβαια, να μπορούμε να του αναγνωρίσουμε μεγάλες επιτυχίες. Πάντως, η μύηση από τον Σκουφά στην Οδησσό του μεγαλέμπορου Αθανάσιου Σέκερη (αδελφού του Γεωργίου και τον Παναγιώτη) και του γραμματικού του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου, δεν ήταν μικρής σημασίας κατηχήσεις. Ιδιαίτερα ο δεύτερος έμελλε να καταστεί ηγετικό στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας, «συναρχηγός, τουλάχιστον σε ορισμένες φάσεις της διαδρομής της». Εξάλλου ο Σκουφάς, την ίδια περίοδο, ενθουσιώδης και δραστήριος, θα καταφέρει να μυήσει και τον Άνθιμο Γαζή, ο οποίος βρέθηκε στην Οδησσό για τη συλλογή εράνων, προκειμένου να ιδρύσει σχολή στην πατρίδα του, τις Μηλιές του Πηλίου.

ΣΗΜΑΙΑ Γ ΣΙΣΙΝΗΣ

Η σημαία που ύψωσε ο Γεώργιος Σισίνης στην Ήλιδα το 1821 και η οποία φέρει τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της Φιλικής Εταιρείας.

 

Στην Οδησσό όμως έφθασε στις 7 Ιουλίου 1816 και ένα άλλα πρόσωπο, του οποίου η σύντομη δράση και ο τραγικός θάνατος θα αποτελούσαν ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά και δραματικά επεισόδια της Φιλικής Εταιρείας αλλά και ενδεικτικό των τάσεων που εκδηλώθηκαν κατά καιρούς στις τάξεις της. Πρόκειται για τον Ιθακήσιο Νικόλαο Γαλάτη, που δήλωνε συγγενής του Ιωάννη Καποδίστρια και προς επίσκεψη του οποίου στην Πετρούπολη ισχυριζόταν ότι ταξίδευε.

Ο Σκουφάς, με τον ενθουσιασμό που διέκρινε και τις δικές του ενέργειες, όχι μόνο θα μυήσει τον Γαλάτη στις τάξεις της Εταιρείας αλλά θα τον καταστήσει και μέλος της Υπέρτατης Αρχής, με τα κρυπτογραφικά αρχικά ΑΔ, με άλλα λόγια του δίνει τη θέση του Εμμ. Ξάνθου, όταν ο τελευταίος δίνει την εντύπωση στον Σκουφά ότι μετά την κάθοδό του στην Κωνσταντινούπολη έχει πάρει τις αποστάσεις του από την Εταιρεία και έχει αδρανοποιηθεί.

Θα ακολουθήσει το πρώτο εξάμηνο του 1817 για τη ζωή και τη δράση της Εταιρείας το επεισόδιο Καραγιώργη, κατά το οποίο οι Φιλικοί αποφασίζουν να βοηθήσουν τον Καραγιώργη να επιστρέψει στη Σερβία, ώστε να συνδεθεί η μελλοντική επαναστατική δράση των Ελλήνων με μια παράλληλη των Σέρβων. Ωστόσο, όπως παρατηρείται «αυτό που δεν προκύπτει επαρκώς είναι ο βαθμός επίσημης (έστω μυστικής) συμμετοχής των ρωσικών υπηρεσιών στο εγχείρημα και σε ποιο βαθμό η παρουσία στις ενέργειες αυτές Ελλήνων Φιλικών αντιστοιχεί προς το πρωτοβουλιακό επίπεδο της «Φιλικής συνωμοσίας» ή ανέρχεται στο επίπεδο μιας ευνοϊκής ρωσικής σύμπλευσης». Όπως όμως και να έχουν τα πράγματα, και αυτή η πρώιμη προσπάθεια της Φιλικής Εταιρείας απέτυχε.

Μετακίνηση στην Κωνσταντινούπολη

Η επόμενη σοβαρή προσπάθεια της Εταιρείας είναι η συγκέντρωση των μελών της Υπέρτατης Αρχής στην Κωνσταντινούπολη. Η σχετική πρωτοβουλία φαίνεται ότι ανήκει και πάλι στον Νικόλαο Σκουφά, ο οποίος αποφασίζει τη μετακίνηση προς την καρδιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με προφανή σκοπό το κέντρο βάρους της Εταιρείας να βρίσκεται κοντά στο πεδίο διεξαγωγής της μελλοντικής επανάστασης.

Πράγματι αρχές του 1818 όλος ο ηγετικός πυρήνας της Φιλικής Εταιρείας θα βρεθεί και πάλι, δηλαδή μετά την ίδρυση της Εταιρείας ( 1814), στον ίδιο χώρο, μολονότι, όπως τα πράγματα έχουν δείξει και θα δείξουν, οι δεσμοί μεταξύ των μελών της Εταιρείας είναι τόσο ισχυροί ώστε μπορούν να εκτελούν το έργο και την αποστολή τους ακόμα και όταν δεν βρίσκονται συγκεντρωμένοι όλοι μαζί στον ίδιο τόπο.

Ο Νικόλαος Σκουφάς όμως θα έχει και μια άλλη ιδέα: πρόκειται για τη χρησιμοποίηση ειδικών απεσταλμένων («Απόστολοι»), οι οποίοι θα είχαν ως αποστολή να περιοδεύουν στους ελληνικούς τόπους, όπου θα συνέλεγαν πληροφορίες, θα πραγματοποιούσαν επιτόπου μυήσεις, θα ενημέρωναν την Υπέρτατη Αρχή. Το εγχείρημα αυτό όμως έχει τη μικρή προϊστορία τον και χρονικά ανάγεται στον Νοέμβριο του 1817, όταν στην Οδησσό είχαν φθάσει τρεις πελοποννήσιοι στρατιωτικοί που είχαν υπηρετήσει στα Επτάνησα υπό του Ρώσους.

ΟΨΗ ΤΗΣ ΟΔΗΣΣΟ

Όψη της Οδησσό το 1820

Πρόκειται για του Μανιάτες Ηλία Χρυσοσπάθη και Παναγιώτη Δημητρόπουλο καθώς και τον Αναγνώστη Παπαγεωργίου (Αναγνωσταρά) από το χωριό Άγριλο Λεονταρίου, που πραγματοποιούσαν ταξίδι προς την Πετρούπολη για να διεκδικήσουν ορισμένα χρήματα από τις προς τους Ρώσους υπηρεσίες τους. Εκεί λοιπόν στην Οδησσό τους είχε συναντήσει ο Νικ. Σκουφάς και τους είχε μυήσει στη Φιλική Εταιρεία. Εν συνεχεία οι τρεις στρατιωτικοί θα μεταβούν στη Μόσχα, όπου και πάλι θα βρεθούν μέσα σε θερμό πατριωτικό κλίμα, καθώς θα τους υποδεχθούν ο Κομιζόπουλος και οι άλλοι Φιλικοί του μοσχοβίτικου πυρήνα. Μάλιστα εκεί θα συναντήσουν και τον Καποδίστρια και φαίνεται ότι σχημάτισαν την ιδέα ότι πίσω από όλες αυτές τις συνωμοτικές κινήσεις βρισκόταν ο υπουργός του τσάρου.

Στην επιστροφή του λοιπόν από τη Ρωσία οι τρεις στρατιωτικοί βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη όπου θα συναντήσουν ξανά τον γνώριμό τους Νικ. Σκουφά, που φιλοξενούσε ο Εμμανουήλ Ξάνθος στο σπίτι του. Αλλά στην Πόλη και μάλιστα στο σπίτι των Αινιάνων στα Θεραπειά – όπου κατέλυσαν οι Πελοποννήσιοι στρατιωτικοί – βρισκόταν κιόλας ο Παπαφλέσσας, μυημένος ήδη στα της Φιλικής Εταιρείας. Όλα λοιπόν συντελούσαν στη δημιουργία μιας έντονης επαναστατικής διάθεσης και γενικώς ενός κλίματος που εξήψε το πνεύμα των πρωτεργατών της Φιλικής Εταιρείας.

Εκεί ακριβώς μοιράστηκαν οι αποστολές για τον συντονισμό του έργου σε διάφορες ελληνικές περιοχές και επί τη βάσει του σχεδιασμού αυτού ο Αναyνωσταράς ανέλαβε την Ύδρα, τις Σπέτσες και μέρος της Πελοποννήσου, ο Ηλίας Χρυσοσπάθης και ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος τη Μάνη και άλλοι άλλες περιοχές (λ.χ. ο Ασημάκης Κροκίδας την Ήπειρο και ειδικότερα τον ελληνικό κύκλο τον Αλή πασά, ο Χριστόδουλος Λουριώτης την Πίζα και το Λιβόρνο), «για να συμπληρωθεί ο αριθμός των 12 του ευαγγελικού κύκλου, που από παρανόηση θεωρήθηκε ότι αντιγράφει η Φιλική Εταιρεία».

Η ασθένεια και το τέλος

Όμως ταυτόχρονα με όλα αυτά τα τόσο σημαντικά για τη μελλοντική επιτυχία του Αγώνα των Ελλήνων, η Φιλική Εταιρεία θα γνωρίσει ένα συντριπτικό πλήγμα: ο ενθουσιώδης και δραστήριος πατριώτης Νικόλαος Σκουφάς λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Κωνσταντινούπολη θα προσβληθεί από σοβαρό καρδιακό νόσημα.

ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ

Σφραγίδα της μυστικής Αρχής της Φιλικής Εταιρείας. Τα γράμματα αντιστοιχούν στα αρχικά των κυρίων ονομάτων των Αρχηγών της Εταιρείας

 

Ο Νικόλαος Σκουφάς κατοικούσε τότε στο Κουρού Τσεσμέ (Ξηρά Κρήνη), όπου τον φρόντιζε ο γιατρός Μόσχος – αργότερα μετοίκησε στο Αρναούτκιοϊ, κοντά στο σπίτι του Ξάνθου και εκεί τον παρακολουθούσε ο γιατρός Ισαυρίδης. Για τους γιατρούς αυτούς και τις πληρωμές προς αυτούς για όσα έκαναν για να ανακουφίσουν τον Σκουφά θα μιλήσει αργότερα στην Απολογία του ο Ξάνθος, όταν βρέθηκε στην ανάγκη να αποδείξει ότι δεν ξόδευε προς το ίδιο όφελος τα χρήματα της Εταιρείας.

Ωστόσο, ο «καλός» (κατά τον χαρακτηρισμό του Ξάνθου) Νικόλαος Σκουφάς μέσα σε τρεις μήνες θα πεθάνει (31 Ιουλίου 1818) και θα ταφεί στο κοιμητήριο του προαστίου αυτού της Κωνσταντινούπολης.

Μια αποτίμηση

Ο Νικόλαος Σκουφάς είναι φανερό ότι δεν ήξερε πολλά γράμματα, άλλωστε δεν διαθέτουμε σχεδόν κανένα κείμενο γραμμένο από τα χέρια του. Έτσι μοιραία ό,τι γνωρίζουμε γι’ αυτόν και τη δράση του προέρχεται από έμμεση πληροφόρηση, από τις διηγήσεις των άλλων. Όλοι πάντως συμφωνούν ότι υπήρξε ένας δραστήριος πατριώτης και ίσως αυτός να συνέλαβε πρώτος στο μυαλό του την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας.

Από την αφήγηση του Ιωάννη Φιλήμονα είναι σκόπιμο να επαναλάβουμε εδώ τα λόγια για τον Νικόλαο Σκουφά που δεν πρέπει να αφίστανται πολύ από την αλήθεια. «Ο Σκουφάς ήταν άνθρωπος αυστηράς ηθικής, με ευαίσθητον και αγαθήν καρδίαν, φιλάνθρωπος, ευεργετικός και με μέγαν πατριωτισμόν. Ήτο μετρίας παιδείας , αλλά μεγάλης πείρας. Το όνομα Ελλάς εθεώρει ως το γλυκύτερον υποκείμενον των στοχασμών του. Ετίμα την αρετήν και τον ενάρετον άνθρωπον. Δεν εφρόνει ως τοιούτον τον πολλά πεπαιδευμένον, αλλ’ ανωφελή εις την ανθρωπότητα και εις το Έθνος του. Τον με ολιγώτερα φώτα, με νουν υγιή και ωφέλιμον. Δεν εχθρεύετο τους Τούρκους, αλλά την Διοίκησιν και την πολιτική των. Ήτον εχθρός αδιάλλακτος καθενός εν γένει μισέλληνος. Αστείος και ευάρεστος εις την ομιλίαν και τας ευθυμίας, ενθυμείτο πολύ την ευεργεσίαν, χωρίς να καταδέχηται εκδικούμενος την κακίαν του άλλου. Εις τον σκοπόν της Εταιρείας ενόμιζε χρήσιμα τα στρατηγήματα και τα επιτηδεύματα, ως είπαμεν. Αλλ’ αποτύγχανεν συχνά εις την εκτέλεσίν των. Τοιούτος ήτον ο πρωτεργάτης του ενδόξου σκοπού της Ελληνικής Παλιγγενεσίας αείμνηστος ΣΚΟΥΦΑΣ!!!».

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1821 Η δημιουργία ενός έθνους – κράτους (Θ. Βερεμής, Γιαν. Κολιόπουλος, Ιάκωβος Μιχαηλίδης, ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2019)

ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ Ε. ΞΑΝΘΟΣ, Π. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΡ. ΔΙΚΑΙΟΣ, ΝΙΚ. ΣΚΟΥΦΑΣ, ΑΘ. ΤΣΑΚΑΛΩΦ (Παν. Μιχαηλάρης)

ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ με πηγές από ΑΡΧΕΙΟ ΕΜ. ΞΑΝΘΟΥ, Ι. ΦΙΛΗΜΟΝΑ, Ι. ΜΑΖΑΡΑΚΗ-ΑΙΝΙΑΝ, ΑΝ. ΓΟΥΔΑ, ΓΑΖΗ κτλ.)