Μικρό απάνθισμα από την ζωή του Δημοτικού Σχολείου Τραπεζακίου Διστράτου Άρτας της δεκαετίας του 50
του Χρήστου Ντάλα
Αυτός ο μήνας είναι των σχολείων.
Τελευταία μαθήματα, γιορτές για το τέλος της χρονιάς, αποχαιρετισμός των συμμαθητών, κατασκηνώσεις, προγράμματα για το καλοκαίρι.
Η εγγονή μου γιορτάζει το τέλος των μαθημάτων σε πάρτυ με τις συμμαθήτριες της και ετοιμάζεται για την κατασκήνωση.
Στο μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Τραπεζακίου την δεκαετία του 50 είχαν άλλα προγράμματα.
Το σχολείο Τραπεζακίου
Το Τραπεζάκι είναι ο βορειότερος συνοικισμός του Διστράτου Άρτας, παλαιότερα κοινότητα σήμερα Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Κεντρικών Τζουμέρκων. Το σχολείο βρίσκεται στα ψηλά του συνοικισμού λίγο πάνω από τον επαρχιακό δρόμο Διστράτου – Μακρυκάμπου – Σκοτωμένο. Περίπου 30 μ. από το σχολείο τα ερείπια ενός στρατιωτικού φυλακίου, όταν ο Άραχθος από το 1881 έως 1912 ήταν σύνορο του ελληνικού κράτους. Υπάρχουν γραπτές αναφορές ότι το επισκέφθηκε ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ τον Σεπτέμβρη 1881 σε μια περιοδεία του για να επιθεωρήσει τα νέα σύνορα του ελληνικού κράτους.
Δημοτικό Σχολείο Τραπεζακίου. Η τάξη 1937-1938 Όρθιος ο δάσκαλος Νίκος Ρακόπουλος με την γυναίκα του Λαμπρινή. Οι μαθητές καθισμένοι σ’ ένα χωράφι με λούπινα.
Το σχολείο χτίστηκε αρχές της δεκαετίας του 30 επί πρωθυπουργίας Ελ. Βενιζέλου με Υπουργό Παιδείας τότε τον Γεώργιο Παπανδρέου (αργότερα «Γέρο της Δημοκρατίας») στα πλαίσια ενός ευρέος για την εποχή του προγράμματας ανέγερσης σχολικών αιθουσών. Λέγεται ότι το οικόπεδο δώρισε κάποιος Μπαρτζώκας από τον οποίο αγόρασαν αργότερα οι Κονταίοι την γύρω περιοχή με το όνομα «Φραξιάς». Ωραίο κτίσμα για την εποχή του, πετρόχτιστο, κεραμοσκεπές με μια αίθουσα διδασκαλίας 5×7 μέτρα και ένα μικρό καμαράκι 3×3 για κατοικία του δασκάλου.
Έπαθε ζημιές στην κατοχή από τους Γερμανούς, οι οποίοι επιχείρησαν να το κάψουν. Πρόλαβε πάντως να φιλοξενήσει την πρώτη πανηπειρωτική συνδιάσκεψη του ΕΑΜ από τον τότε δάσκαλο Χρ. Μπακο. Λειτούργησε ξανά το 1950 για περίπου μια 15ετία. Όταν έπαθε σοβαρές ζημιές από κατολισθήσεις αναστηλώθηκε το 1992 με χορηγία κυρίως των Αφων Γεωργάκη από το Τραπεζάκι με μια μετέωρη προσπάθεια να λειτουργήσει σαν μουσείο Εθνικής Αντίστασης.
Σήμερα παραμένει κλειστό, ανέπαφο από τις κατολισθήσεις που συνεχίζονται. Τα λίγα θρανία στη θέση τους, κάποιες πρόχειρες ντουλάπες με το σχολικό υλικό, στους τοίχους χάρτες της Ελλάδας, της Ευρώπης και παγκόσμιοι, αναρτημένα τα πορτρέτα των αγωνιστών του 21.
Μια σχολική μέρα
Από τα σπίτια του συνοικισμού μέχρι το σχολείο για τους μικρούς μαθητές χρειαζόταν μισή έως μία ώρα με το πόδι ανηφόρα. Ομπρέλες για την βροχή δεν υπήρχαν. Χρησιμοποιούσαμε για κάλυμα ένα τσουβάλι, του οποίου τον πάτο διαμορφώναμε σε κουκούλα για το κεφάλι και το υπόλοιπο να σκεπάζει το μισό κορμί.
Δημοτικό Σχολείο Τραπεζακίου. Η τάξη 1951-1952 Δάσκαλος: Γιώργος Παπαγεωργίου
Τα βιβλία και τετράδια στο χέρι είτε σε κάποιο πρόχειρο σακούλι που βάζαμε και ένα κομμάτι μπομπότα για το μεσημέρι. Προσπαθώ να θυμηθώ τι σχολικά βιβλία είχαμε και πως τα αποκτούσαμε. Δωρεάν βιβλία τότε δεν δινόταν, ούτε μπορώ να φανταστώ τέτοιο έξοδο από τον ανύπαρκτο οικογενειακό προϋπολογισμό. Στην Άρτα κατεβαίναν συνήθως μια φορά το χρόνο στον Μουχούστη τον Σεπτέμβρη για να πουλήσουν κάποιο ζώο. Τις περισσότερες φορές πηγαίναν με το πόδι έξι ώρες στον αμαξωτό δρόμο είτε «ολοπόταμα» λιγότερες ώρες αλλά δυσκολότερο δρόμο στις κροκάλες. Θα μου φαινόταν περίεργο μετά από αυτό το ταξίδι και τις αγοραπωλησίες των ζώων κάποιος να τρυπώσει σε ένα βιβλιοπωλείο για να αγοράσει βιβλία. Τετράδια πάντα αγοράζαμε από το παντοπωλείο του Κώστα Μπαλαούρα (Κώτσο Αλέξη) στη Φτέρη, δίνοντας το αντίτιμο σε αυγά. Μαζί πάντα και μια μπλε κόλλα για το «πέτσωμα», στο οποίο κολλούσαμε μια ετικέτα με το όνομα και το σχολείο μας.
Δημοτικό Σχολείο Τραπεζακίου με δεξιά τον δάσκαλο Χρ. Γεωργάκη (περί το 1960)
Τα όποια ρουχαλάκια των παιδιών από κάποιες μοδίστρες του χωριού, συνήθως με μεταποίηση, είτε λιγότερο από την αγορά ενός υφάσματος, «ντρίλι» λέγαν το πιο φτηνό. Παρατηρώντας μια φωτογραφία της εποχής κάποια παιδιά ήταν ξυπόλητα, άλλα με παπούτσια από κάποια βοήθεια, συνήθως την Ούντρα, όπως λέγαμε το πρόγραμμα αμερικάνικης βοήθειας UNRRA.
Τον χειμώνα κάθε μαθητής κάθε μέρα κουβαλούσε από το σπίτι του ένα ξύλο για την σόμπα του σχολείου. Κάποιοι πονηροί απέφευγαν την υποχρέωση σπάζοντας όπως – όπως ένα κλαδί από το δάσος λίγο πριν φθάσουν στο σχολείο. Το ξύλο αυτό βέβαια δύσκολα καιγόταν και ακολουθούσαν φωνές από το δάσκαλο ίσως και κάποια τιμωρία. Κάπου κάπου και κάποιες απουσίες για ενίσχυση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής. Στην ερώτηση του δασκάλου «γιατί δεν ήρθες χθες» η απάντηση πάντα ήταν «με κράτσαν», δηλαδή με κράτησαν για να κάνω δουλειές.
Το μεσημέρι πριν τα απογευματινά μαθήματα είχε συσσίτιο. Στέλναν τότε στα σχολεία γάλα σε σκόνη για βοήθεια. Μάγειροι και σερβιτόροι οι ίδιοι μαθητές εκ περιτροπής. Ανάβαμε μια φωτιά στο ύπαιθρο λίγο πιο πάνω από το σχολείο και σε ένα μικρό καζάνι βράζαμε το νερό, στο οποίο ρίχναμε το γάλα σκόνη και έτοιμο το συσσίτιο. Η σκόνη πριν διαλυθεί γινόταν μικροί σβώλοι «τα γρουμπούλια», αγαπημένες λιχουδιές για τους μαγείρους, οι οποίοι στη ζούλα σκύβαν στο καζάνι και απολάμβαναν μερικούς. Κάποιες χρονιές το συσσίτιο εμπλουτιζόταν με τυρί και βούτυρο κίτρινο, που πρώτη φορά βλέπαμε, προφανώς από κάποια βοήθεια. Νερό όποιος διψούσε στη βρύση του Κοντού τα διαλείμματα περίπου 200μ. από το σχολείο.
Ο νεώτερος μαθητής του Δημοτικού Σχολείου Τραπεζακίου, Τόμας Ναϊλς, Πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στην Ελλάδα ενημερώνεται για τους ήρωες του 21. Η φωτογραφία είναι στα εγκαίνια της ανακατασκευής του σχολείου το 1993.
Το καλοκαίρι τα παιδιά εντασσόταν για τα καλά στις αγροτικές δουλειές τα ποτίσματα, το μάζεμα του καλαμποκιού στα χωράφια, «να ξεκουράσετε λίγο τους γονείς σας» μας έλεγαν. Εγώ είχα αναλάβει βοηθός τσοπάνη σε περίπου 20 οικόσιτα γιδοπρόβατα με την γιαγιά μου να κατέχει σταθερά το Υπουργείο Κτηνοτροφίας. Καλά τα πήγαινα και μου εμπιστευθήκαν το κοπάδι. Όταν όμως μια μέρα τα ζώα μπήκαν στα σπαρτά, μου αφαίρεσαν άρον άρον τις αρμοδιότητες, «δεν κάνεις παιδί μου εσύ», και τότε αποφάσισαν να με στείλουν για γράμματα.
Μια σχολική τάξη
Προσπαθώ να φέρω στη μνήμη μου το μάθημα μιας μέρας. Έξι τάξεις από 2-3 μαθητές κάθε μία, στα θρανία μιας αίθουσας με 5-6 θρανία. Σε μια μέρα όλη η σχολική ύλη, από τα συλλαβίσματα της πρώτης δημοτικού «νερό, ρήγα, νερό» μέχρι την επανάσταση του 21 και την πρακτική αριθμητική των μεγάλων τάξεων.
Ο δάσκαλος έκανε το μάθημα της τάξης που είχε σειρά, κοίταζε τα τετράδια και έβγαζε κάποιον στον πίνακα να πει το προηγούμενο. Οι άλλες τάξεις σίγουρα χάζευαν μέχρι να έρθει η σειρά τους, υποτίθεται και κάποιο γράψιμο για την επόμενη, ασφαλώς και κάποια φασαρία. Συνηθισμένες τιμωρίες οι φωνές του δασκάλου και από κάποιους χτύπημα με τον χάρακα στα χέρια. Για πιο σοβαρά παραπτώματα, υπήρχε το κλείσιμο για κάποιες ώρες σε ένα χαμηλό υπόγειο του σχολείου, «γκλαβανή» το λέγαμε, που δεν χωρούσε όρθιος ένας μαθητής.
Δυστυχώς το κλίμα της εποχής ήταν άγριο και αυτό αποτυπωνόταν και στις σχολικές τιμωρίες, αδιανόητες για σήμερα. Κάποιοι δάσκαλοι κάναν κατάχρηση στο «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο». Μια φορά σε μικρή τάξη μας έβγαλε ο δάσκαλος σε ένα λόφο να μας δείξει τα σημεία του ορίζοντα. Οι μεγάλοι στο σχολείο ξεσάλωσαν και τους ακούγαμε από τον λόφο. Ο δάσκαλος μας έστειλε να κόψουμε «βίτσες» από το δάσος, τις οποίες έσπασε στα πόδια τους.
Στα διαλείμματα αγαπημένα παιχνίδια στην αυλή του σχολείου ήταν η «φωτιά», που είχε τρέξιμο να φθάσουν σε κάποιο σημείο «να πιάσουν φωτιά» και να γυρίσουν και το «μπαΐρι» όπου το έπαθλο ήταν ένα όρθιο ξύλο «το μπαϊράκι». Μπάλες δεν υπήρχαν, τις είδαμε πρώτη φορά στο γυμνάσιο στην Άρτα.
Το βράδυ στο σπίτι υποτίθεται γινόταν προετοιμασία για την επόμενη μέρα, κάποιο διάβασμα, κάποια γραψίματα. Οι γονείς, όσοι μπορούσαν να βοηθήσουν, ήταν ξεθεωμένοι από την ολοήμερη δουλειά στα χωράφια, φως δεν υπήρχε, το πετρέλαιο του λυχναριού με οικονομία, τετράδια για πρόχειρο ανύπαρκτα. Η μάνα μου έλυσε το πρόβλημα αντικαθιστώντας τα τετράδια με την στάχτη που έστρωνε στις πλάκες του τζακιού. Με ένα ξυλαράκι πάνω στη στάχτη έμαθα τα πρώτα μου γράμματα.
Τέλος εποχής
Μέρες σαν τώρα ήταν το τέλος της χρονιάς. Μια μικρή γιορτή στο σχολείο με απαγγελίες ποιημάτων και κάποια σκετς «διαλόγους». Ο δάσκαλος έδινε τα ενδεικτικά με τον βαθμό προαγωγής είτε απολυτήρια για την τελευταία τάξη. Δυστυχώς δεν βρήκα κάποιο από αυτά τα χαρτιά ούτε από τα σχολικά βιβλία εκείνης της εποχής. Με το σύστημα που υπήρχε τότε κάποιος μαθητής μπορούσε να μείνει στην ίδια τάξη, σπάνια όμως γινόταν κάτι τέτοιο.
Μετά το 55 το σχολείο άρχισε να φθίνει. Όταν τελείωσα το 56, είχε 12 μαθητές σε όλες τις τάξεις – μια μαθήτρια, η κόρη του δασκάλου, δανεική -, «ο Χριστός με τους δώδεκα» λέγανε. Μετά το 60 έμειναν ελάχιστα παιδιά.
Πέτυχα στο τέλος της τελευταίας σχολικής χρονιάς. Ήταν η τελευταία χρονιά που λειτούργησε το σχολείο, από την επόμενη θα έκλεινε από έλλειψη μαθητών. Μια μικρή γιορτούλα στον ίσκιο μιας συκιάς στη βρύση του Κοντού κοντά στο σχολείο. Ο δάσκαλος, λίγα παιδιά και κάποιοι από τους γονείς. Τα συνηθισμένα λίγα ποιήματα, κάτι είπε ο δάσκαλος. Θυμάμαι μια διάχυτη λύπη, κανένας δεν είχε όρεξη για κουβέντα. Χάναμε κάτι δικό μας, ένα τέλος εποχής.
Σε λίγα χρόνια όλα τα σχολεία του χωριού έκλεισαν. Περί το 50 στο Δίστρατο λειτουργούσαν τρία δημοτικά σχολεία με πάνω από 100 μαθητές. Περί το 70 κανένα σχολείο, κανένας μαθητής. Λίγο αργότερα παιδί στο χωριό ούτε για δείγμα.