Του Χρήστου Ντάλα
Πλησιάζει το Ευαγγελισμού και η επέτειος της Επανάστασης της 25ης Μαρτίου.
Το εορταστικό σκηνικό των ημερών γνωστό και επαναλαμβανόμενο. Γιορτές στα σχολεία, πατριωτικοί λόγοι για την Παλιγγενεσία, παρελάσεις σε κάθε Δήμο ενώπιον των αρχών. Το βράδυ οι τηλεοράσεις θα ασχοληθούν με κάποιες μαθήτριες που παρέλασαν κουτσαίνοντας σε στυλ Μοντι Παϊθονς και κάποια Αλβανόπουλα σημαιοφόρους στην παρέλαση.
Στο Δίστρατο το τόσο κοντινό αλλά και τόσο μακρινό 1952 είχαμε και εμείς τις γιορτές μας. Μπορεί σήμερα να είναι ένα χωριό – φάντασμα σαν τα περισσότερα της περιοχής. Μερικές δεκάδες κυρίως γεροντικός πληθυσμός, πλήρης απουσία των νέων, κανένα σχολείο, κανένας μαθητής.
Δεν ήταν έτσι όμως η κατάσταση τις δεκαετίες του 50 και 60. Τότε το χωριό είχε πάνω από 600 μόνιμους κατοίκους και κρατούσε όλο το νέο πληθυσμό. Λειτουργούσαν τρία Δημοτικά Σχολεία με πάνω από 100 μαθητές.
Την 25η Μαρτίου γιόρταζαν όλα μαζί τα σχολεία. Τόπος της γιορτής το Παρεκκλήσι της Ευαγγελίστριας κοντά στο κέντρο του χωριού όπου στη συνέχεια ακολουθούσε και ένα μικρό πανηγύρι.
Η σχολική γιορτή περιλάμβανε απαγγελίες ποιημάτων και κάποια πατριωτικά σκετς (διαλόγους τα λέγανε). Στη μικρή πλατεία της εκκλησίας κάθε σχολείο παρουσίαζε το πρόγραμμα του. Στο τέλος γινόταν και ένας άτυπος διαγωνισμός για το καλύτερο πρόγραμμα. Στο τραπεζάκι κάποιες χρονιές (50, 51, 52) είχαμε δάσκαλο τον Γ. Παπαγεωργίου από την Ράμια. Πάντα έβαζε τα δυνατά του ώστε το σχολείο του να είναι πρώτο με διαφορά.
Το δυνατό σημείο του προγράμματος που έκανε ο δάσκαλος ήταν η αναπαράσταση κάποιον μαχών του 21.
Είχε πολύ μεράκι γι’ αυτό αλλά και το σχετικό ταλέντο. Υπό άλλες συνθήκες ίσως είχε σταδιοδρομήσει σαν σκηνοθέτης με ειδικότητα στις υπερπαραγωγές ηρωικών ταινιών με μάχες και χιλιάδες κομπάρσους.
Κάποια από τις χρονιές ο σκηνοθέτης δάσκαλος είχε στο πρόγραμμα τη μάχη στα Δερβενάκια. Σκηνικό της μάχης η μικρή πλατεία μπροστά στην εκκλησία. Όλο το Τραπεζάκι βοηθούσε για την παράσταση. Ο οπλισμός των Ελλήνων και Τούρκων τα κυνηγετικά τουφέκια μαζί με μερικά φυσέκια γεμισμένα με λίγο μπαρούτι μόνο για τον κρότο -ευτυχώς όχι σκάγια- και ξύλινα σπαθιά που έκαναν οι μαραγκοί. Για το ιππικό του Δράμαλη επιστρατεύονταν όλα τα γαϊδούρια, τα οποία μεταφέραμε πρωί-πρωί στο μονοπάτι κοντά στο πεδίο της μάχης. Όσοι πήγαιναν νωρίς στην εκκλησία περνούσαν δίπλα από το παρκαρισμένα γαϊδούρια του Τραπεζακίου με το σχετικό φόβο επειδή άλλα κλωτσούσαν, άλλα δάγκωναν…….
Λίγο μετά τη λειτουργία άρχιζε η μάχη.
Οι καβαλάρηδες του ιππικού των Τούρκων με επικεφαλής το Δράμαλη (Μάκης Βόβλας) μπαίναν στην πλατεία. Τους περίμεναν οι Έλληνες με τον Κολοκοτρώνη (Φώτης Κοντός) όπου ακολουθούσε ο εξής διάλογος : “Πού πας oρε ντερβίση”, “πάω να σφάξω γκιαούρηδες”. Με το τελείωμα της φράσης μία τουφεκιά από τον Κολοκοτρώνη και πάρτον κάτω το Δράμαλη. Για να είναι πιο φυσικό το πέσιμο ο σκηνοθέτης δάσκαλος καθοδήγησε τον ηθοποιό μαθητή να πέσει ανάποδα. Το πέσιμο όμως έγινε στην κορυφή μιας απότομης πλαγιάς και ο δυστυχής Δράμαλης κουτρουβαλώντας έφθασε στο ρέμα. Ακολουθούσε τουφεκίδι με όλους τους Τούρκους νεκρούς και φυσικά θριαμβευτή τον Κολοκοτρώνη.
Τις χρονιές με τέτοιες παραγωγές στο πρόγραμμα της γιορτής, ουδείς φυσικά τόλμησε να αμφισβητήσει τα πρωτεία του Τραπεζακίου.
Οι Τραπεζακιώτες όμως είχαν γενικά καλλιτεχνικές ανησυχίες. Μια χρονιά στο πρόγραμμα της γιορτής παρουσίασαν ένα κωμικό σκετς δύο μεγάλοι : ο Κώστας Βόβλας (Γιάννης) και ο Νίκος Παπανικολάου (Παπαδής). Ο διάλογος περίπου ως εξής “Πώς είναι στο χωριό; Όλα καλά, μόνο που σας ψόφησε το μουλάρι. Πέθανε και ο πατέρας σου που το τάιζε, όμως όλα καλά : Α ξέχασα πέθανε μετά και η μάνα σου, όμως όλα καλά…..”
Mετά τις σχολικές παραστάσεις ακολουθούσε το πανηγύρι της Ευαγγελίστριας.
Οι μαθητές, θριαμβευτές της μάχης, δέναν κάπου τα γαϊδούρια και μέναν στο πανηγύρι με τα όπλα που κουβαλούσαν από το πρωί. Έτσι το πανηγύρι ήταν περίπου στρατοκρατούμενο. Συνηθισμένη η εικόνα κάποιοι να δοκιμάζουν ξανά τα φυσέκια που πάθαν αφλογιστία!
Κάπως έτσι ήταν η κατάσταση λίγο μετά το 50 όταν ήμουν στο Δημοτικό.
Οι γιορτές των σχολείων μαζί με το πανηγύρι της Ευαγγελίστριας διατηρήθηκαν για κάμποσα χρόνια. Περί το 70, όταν άρχισαν να κλείνουν τα σχολεία από έλλειψη μαθητών, σταμάτησε η γιορτή της 25ης Μαρτίου τελείωσε και το πανηγύρι.
Το Παρεκκλήσι της Ευαγγελίστριας χτίστηκε λίγο μετά τον πόλεμο. Στη θέση του ήταν ένα εικόνισμα επειδή λέγεται ότι παλαιά υπήρχε μοναστήρι. Την ύπαρξη σπουδαίου κτίσματος μαρτυρούν και τα πολλά κεραμικά θραύσματα που συναντώνται. Ομοίως υπάρχει θρύλος ότι τα παλαιά χρόνια υπήρχε χωριό ακμάζον (Παλαιοχώρι) κοντά στην Αγία Τριάδα. Πώς εξαφανίστηκε ένα τέτοιο χωριό, αν υπήρξε ποτέ; Μία εξήγηση θα μπορούσε να είναι κάποια από τις επιδημίες πανούκλας που σάρωσαν την Ευρώπη τον Μεσαίωνα -η τελευταία γνωστή στην περιοχή της Άρτας καταγράφηκε το 1815. Στις περιπτώσεις αυτές ερημώνονταν και εγκαταλείπονταν τα χωριά και στην ανάμνηση παρέμεινε τοποθεσία με την ονομασία Παλαιοχώρι. Κάπως έτσι μπορεί να προέκυψε και το δικό μας.
Σήμερα πηγαίνουμε στην εκκλησία με αυτοκίνητο μέσω σκυρόστρωτου δρόμου που άνοιξε αργότερα. Το μονοπάτι που παίρναμε παλαιά έκλεισε από το δάσος και με δυσκολία διακρίνεται. Κάποια πρωτοβουλία υπήρξε τελευταία και έγινε μικρή ανακαίνιση του παρεκκλησίου.
Πίσω από το ιερό της εκκλησίας υπάρχει ακόμα ένα πεζούλι. Αυτό ήταν το βήμα από το οποίο την 25η Μαρτίου οι μαθητές απάγγελναν τα ποιήματα και παίζαν τα πατριωτικά σκετς. Κάποτε συζητούσαμε να το αναδείξουμε με κάποια διαμόρφωση. Θα ήταν ας πούμε ένα πολιτιστικό αφιέρωμα στην μαθητιώσα νεολαία ενός χωριού που αγαπήσαμε και τώρα χάθηκε οριστικά.
Η ιδέα αυτή ξεχάστηκε όμως ποτέ δεν είναι αργά.
Χρήστος Ντάλας